Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

Είναι η νύχτα

Τα μάτια μια φωτιά.
Τα βλέφαρα να κρύβουν μια ιστορία.
Στα χείλη να περιγράφεται το κόσμου όλη η συγκυρία.
Όταν πιάνει η μπόρα υπόστεγο αναζητούν.
Μα σαν παίρνουν φόρα πουθενά δε σταματούν.
Η τύχη γυρίζει τη δική της ρόδα.
Η παγωνιά και η σιγαλιά κρατιούνται από το χέρι.
Πετούν μακριά σαν τα πουλιά.
Και όπου πάνε προς το καλοκαίρι.
Στίχος χωρίς νόημα, νόημα χωρίς στίχο.
Απόψε τα γέλια και οι χαρές και άυριο γράμματα στον τοίχο.
Η φωτιά θεριώνει και ξυπνά.
Τα παιδιά παίζουν στο δρόμο όπως παλιά.
Τα φύλλα του χειμώνα στο πεζοδρόμιο.
Μοιάζουν ώρες ώρες σαν απέραντα χαλιά.
Τα φώτα στέκονται ακίνητοι φρουροί.
Περιμένουν την στιγμή που η σκέψη θα απελευθερωθεί.
Είναι η νύχτα που οι σταγόνες ομίχλης χορεύουν.
Περίεργα ξωτικά.
Να είναι η ώρα έτοιμη.
Περιμένει η ώρα στα σκαλιά;
Οι άνθρωποι πλέον δεν περιμένουν την ώρα.
Την ξέχασαν μονάχη.
Ξέρει όμως αυτή να επιβιώνει.
Ποτέ της δε σταματά.
Βλέπω τα μάτια και στα μάτια αυτά φωτιά.
Νύχτωσε και πήγαν για ύπνο τα παιδιά.
Η νύχτα τα σκέπασε με τη δική της σιγαλιά.
Μια όμορφη στιγμή, χωρίς φωνή.
Οι σκέψεις πάνε και έρχονται αδάμαστα φιλιά.
Δεν υπάρχουν όρια σε αυτή τη γειτονιά.
Τα μάτια αντικρύζουν την παγωνιά.
Νεράκι την κάνουνε.
Μένουν όλα ακίνητα πια.
Τίποτα μα τίποτα δεν μπόρεσε να αντισταθεί στη φωτιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου