Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016

Το πελώριο ημιαρκετό

στην κορυφή της ραχοκοκαλιάς
έπεσε ένα χνούδι
ίσα κατάισα στο πελώριο αρκετό.

σίγησαν οι νέοι
ζύγισαν το καλημέρα
και είπαν πως δεν είναι αρκετό.
στηλίτευσαν το καληνύχτα
χωριό σαν έρημο κενό.

αφήνει την γωνιά του δρόμου
μόνη της να κυλήσει
πάει βήμα βήμα
και φτάνει πάλι
στην άκρη της ραχοκοκαλιάς.

πέφτει το χνούδι
λυγίζει και σκύβει το κεφάλι πιο κάτω
στο μόνιμο ημιαρκετό.

κατρακυλά
η καλημέρα και η καληνύχτα,
κατρακυλούν
κι οι νέοι στα σκαλιά.

κακώς που γέμισε νερό ποταμίσιο
μια γούρνα φτιαγμένη
για τη βροχή.
βούτηξαν όλοι εκεί
έκλεψαν τη θέση από τις μύγες.

κι η στέρεα αίσθηση
ενός κέντρου
ενός κύκλου
αποσταθεροποιεί. 

τα καλολαξευμένα και απεριποίητα κανάλια
στέρεα
ευθεία
και δίφθαλμα
στο ανείπωτο άπλετο αρκετό. 

η ακτίνα που κάμπεται
διαθλάται μέσα στο σκέπαστρο
μιας σκέψης υπερ αρκετής
σιλοκουλουριάσαμε
και αλληλοσκουριάσαμε
εδώ ψηλά
στο ύψος της ραχοκοκκαλιάς.

στα υπόγεια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου