Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

Μικρός στη θάλασσα

Έπεσαν τα φύλλα της καρυδιάς στα μάτια 
και δεν μπορούσε να δει καλά.
Άκουγε ήχους πίσω από ένα πηγάδι 
θαμμένο με στιγμές
και χαλάρωνε σε μια βάρκα 
με ρετσίνι και ηλίανθους που φύτρωσαν 
δίπλα στο κατάρτι που έσπασε χτες. 

Αλάφιασαν οι βράχοι 
και τα πουλιά έκατσαν γύρω τους 
να τους καθησυχάσουν. 
Τους παρηγορούν δωρίζοντας φτερά 
και ανάσες που μπλέκονται
από το ένα στόμα στο άλλο. 

Όταν οι βράχοι κλαίνε, 
τα δάκρυα τους τα σκουπίζει η θάλασσα. 
Όταν οι βράχοι σπάνε, 
τους παίρνει στην απέραντη αγκαλιά της 
και τους νανουρίζει με αέρηδες 
πότε απαλούς και πότε τρανταχτούς. 

Κι έτσι αυτοί κοιμούνται 
σαν πεταμένες ασπίδες γιγάντων
κομματιασμένοι και ελεύθεροι,
κοιτάζοντας το είδωλο τους στον ουρανό.
Κι όλο αναρωτιούνται αν θα φυσήξει ποτέ
αρκετά δυνατά για να τον φτάσουν. 

Πέρασαν έτσι καιροί μιλώντας με το άραγες,
ώσπου φάνηκε κάποτε στην όχθη ένα μικρό παιδί.
Ξέγνοιαστο και γελαστό, πήρε μια πέτρα, 
τη φίλησε και την πέταξε στη θάλασσα. 

Η πέτρα άγγιξε γρήγορα τον ουρανό, 
βούτηξε αργά στο νερό 
και στάθηκε στα πόδια ενός ψαριού. 
Εκεί ακριβώς, κείτονταν αλυσοδεμένο ένα όνειρο
που είχε ξεχάσει να περπατάει στη στεριά.

Άθελα της το απελευθέρωσε και έπειτα όλοι 
τη θαύμασαν και θέλησαν να την ονομάσουν θεό.
Εκείνη όμως δεν θέλησε 
γιατί ήταν τα λατρεμένα χέρια του παιδιού 
που την είχαν φέρει ως εκεί. 

Και εκείνο το παιδί. 
Έμεινε και γελούσε στον ήλιο.
Μικρός στη θάλασσα. 
Ανάμεσα στην ψυχή και στο βουνό.

2 σχόλια: