Δεν ξέρω αν αυτό που βουίζει είναι σειρήνες ή το κεφάλι μου. Ακούγονται όλα θολά σε αυτή την άχαρη πλάση. Δύσκολο να ξεθωριάσουν τα παράσιτα. Δύσκολο να ακούσω την καρδιά μου. Οι σειρήνες φωνάζουν πιο δυνατά. Σε ένα όνειρο, είδα έναν χωματένιο άντρα να πλησιάζει προς το μέρος μου. Το σώμα του κουβαλούσε την καταγωγή του. Έμοιαζε να γεννήθηκε ακριβώς εκείνη τη στιγμή. Σα τώρα δα, νεογνός βγήκε από το έδαφος κι όταν στάθηκε στα πόδια αντρειωμένος, με κοίταξε ίσια κατά-ισια στα μάτια. Δεν ήξερε την ιστορία μου. Μα ήξερε εμένα. Εγώ πάλι ήξερα τη δικιά του. Την είδα να εξελίσσεται σε μια μέρα μόνο. Τότε που παράφορες εικόνες κούνησαν το κρεβάτι μου και άμορφες σκέψεις έγιναν μαξιλάρι μου. Κι από τότε, χώρισαν οι αιώνες μισό-μισό το χρόνο και μοίρασαν το ένα κομμάτι του σε μένα. Αλλά εμένα, απρόσεκτη όπως είμαι, μου έπεσε και έσπασε και έγινε κομμάτια πολλά. Χαμένη από τότε, με βουητά στο κεφάλι ψάχνω να ενώσω τα σπασμένα κομμάτια που σπάρθηκαν στο έδαφος. Εκείνα όμως, όσο εγώ κοιμόμουν, ποτίστηκαν από τη βροχή. Και τώρα, άξαφνα μπροστά μου, ανύψωσαν και έδωσαν πνοή, σε έναν μυστηριώδη άντρα φτιαγμένο από χώματα και χρόνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου