Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2013

Αγαπώντας

   Είχαμε ζήσει σε μια χώρα διαφορετική μα αρκετά όμοια από τις άλλες. Την αγαπήσαμε με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Κάποιες φορές τη μισήσαμε κιόλας μα μόνο και μόνο γιατί πληγωθήκαμε από αυτήν. Για κανέναν άλλο λόγο. Δεν θέλαμε να τα μηδενίσουμε όλα. Είδαμε ανθρώπους που αγαπούν το χώμα της. Πέσανε και το φιλούσανε γιατί λέει ήταν γεμάτο με αίμα. Και εμείς αγαπήσαμε αυτούς τους ανθρώπους. Σε αυτό το χώμα κύλησε αίμα πολλών χρωμάτων και η γη που το ρουφούσε αναστέναξε. Αναστενάξαμε και εμείς που το κοιτούσαμε. Έπειτα ήρθε το φθινόπωρο και έπεσαν τα φύλλα. Τίποτα δεν έμοιαζε πια το ίδιο. Όλα είχαν καλυφθεί. Παίζαμε κρυφτό πίσω από τα δέντρα. Τρέχαμε σαν αφηνιασμένα άλογα στην ακόμα νωπή γη. Όταν δε ήρθε ο χειμώνας κρυφτήκαμε μες στο σπίτι για να γλιτώσουμε τη βροχή. Μα τα παπούτσια μας γέμισαν λάσπη. Όσο και αν την πλέναμε δεν έβγαινε. Τότε καταλάβαμε ότι το αίμα ήταν ακόμα εκεί. Πετάξαμε τα παπούτσια έξω από το σπίτι. Δεν θέλαμε να ξέρουμε. 

   Να 'τη τώρα η άνοιξη με μυρουδιές και χρώματα γέμισε όλος ο τόπος. Βάλαμε τα ανοιξιάτικα παπούτσια και αρχίσαμε να κυνηγάμε τις μέλισσες. Σύντομα όμως τα λουλούδια μας δίψασαν. Το χορτάρι μας ξεράθηκε. Η ανάσα μας στέγνωξε. Το χώμα γύρισε ξανά εκεί. Τότε ήρθαν κάποιοι άνθρωποι και μας είπαν ότι δεν είναι αυτό που νομίζουμε και εμείς τους πιστέψαμε. Μα μια μέρα ο Δημήτρης σκόνταψε και έπεσε φαρδιά πλατιά κάτω και αυτό που δεν ήταν αυτό που νομίζαμε ξεκίνησε να κυλάει πάλι πιο ζωντανό από ποτέ. Τότε σταματήσαμε πια τα παιχνίδια. Πήραμε πινέλα και αρχίσαμε να ράβουμε τους τοίχους. Πήραμε μαντίλια και αρχίσαμε να τα ανεμίζουμε στον άνεμο. Σκύψαμε και φιλήσαμε και εμείς το χώμα. Δεν ήταν τα όρια του που λατρέψαμε. Ήταν η ίδια του η υφή. Δε δεχτήκαμε να μας πούνε να μην το αγαπάμε. Δεν δεχτήκαμε ούτε αυτούς που λεγαν τάχα πως το αγαπούσαν και το πατούσαν. Έβαλε ο καθένας μας μια φούχτα στο πουγκί του. Οι μανάδες μας φωνάζανε να γυρίσουμε πίσω. Εμείς ατάραχοι. Κουφοί. Κοιταχτήκαμε στα μάτια. Εξαφανίστηκαν οι δικαιολογίες. Τώρα πια ξέραμε τι πρέπει να κάνουμε. Το καλοκαίρι χάραζε στη γωνία. Τα χελιδόνια φεύγοντας πήραν μαζί τους το φόβο. Δε φωλιάζει πια εδώ. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου