Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Στοιχήματα

Θα βάλω τις λέξεις, τη μία 
κάτω από την άλλη
και θα σου πω κάτι 
που μπορεί να το ακούσεις
ή να μην το ακούσεις. 
Αυτό λοιπόν θα είναι το ρίσκο μου.
Η προσωπική μου ρώσικη ρουλέτα.

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2013

Εξαγρίωση

Δεν θέλω να εξημερωθώ 
καρδιά μου,
μου αρέσω απολίτιστη 
με μουσούδα αγριμιού 
και αύρα πετούμενου.
Nα σέρνομαι ως τη φωλιά μου 
κάθε φορά που με λαβώνουν
και να γλύφω τις πληγές μου 
μέχρι να γιατρευτούν.
Kουλουριασμένη με την κουβέρτα 
από τα πεσμένα φύλλα του φθινοπώρου,
κρυμμένη κάτω από μικρές σπηλιές
στα βράχια δίπλα από τη θάλασσα.
Δε θέλω να εξημερωθώ καρδιά μου,
στο έχω πει τόσες φορές
βγάζω νύχια και δόντια 
σε όποιον το τολμήσει.
Το λουράκι που σέρνει την αλυσίδα 
δεν είναι για τον δικό μου λαιμό.
Ίσως καρδιά μου, να ήταν καλύτερα αντί 
να προσπαθείς να εξημερώσεις τα άγρια, 
να εξαγριωθείς εσύ ο εξημερωμένος.
Και τότε ίσως, ένα μικρό ίσως

σε βοηθήσει να καταλάβεις 
τι λένε μεταξύ τους τα αγρίμια
όταν ουρλιάζουν τα ξημερώματα. 


Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Αντίκρυ μου

Τα μάτια που κοιτάζω δεν θέλω 
να έχουν όμορφα χρώματα,
ούτε γαλάζια ούτε πράσινα.

Τα χρώματα παραπλανούν.
Μα θέλω να 'ναι σκούρα καφετιά, 

τόσο που να αγγίζουν το μαύρο.
Να περιπλανιέμαι μέσα τους και

να βλέπω την ομορφιά της νύχτας,
πλέρια καθαρή σκοτεινιά.
Να τα θαυμάζω και να αδειάζω.
Τέτοια μάτια θέλω να με αντικρύζουν,

τέτοια μάτια χαίρομαι να κοιτάζω. 

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

Ταξίδι εκτός χρόνου

Πήγαμε ήδη. 
Ξεφύγαμε. 
Γελάσαμε.
Αποθανατίσαμε 
στον αιώνα τη στιγμή.
Τη ρουτίνα ξετινάξαμε 
και μείναμε 
για πάντα εκεί.

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Σε φιλώ

Η μαγεία είναι να νιώθεις την ομορφιά.
Όχι εκείνη την ψεύτικη που προκαλεί.
Αλλά την αυθεντική ομορφιά που την νιώθεις
λες και έχουν ανθίσει μέσα σου μύριοι ήλιοι.

Σε ευχαριστώ να πεις στο λατρεμένο χέρι
που τους φύτεψε μέσα σου με τόση προσοχή.
Πολύ πολύ σε ευχαριστώ και σε διπλοφιλώ.

Πετάει πετάει

Στάθηκες στο ύψος σου
αλλά υποχώρησε το έδαφος.
Στάθηκες στα γόνατα
αλλά δεν άντεξαν το φορτίο.
Τότε οι ώμοι επαναστάτησαν
και έτσι έμαθες να πετάς. 

Γύρω απ' τη φωτιά

Αγαπητοί μου, μαζευτείτε λίγο γύρω από τη φωτιά.
Η εργασία σας για αύριο θα είναι απλή.
Θα βάλει ο καθένας μας κάτω όσα ξέρει

θα φέρει ο καθένας τα ολόψυχα του
να φτιάξουμε ένα πραγματικά αξιόλογο βιβλίο
να ενώσουμε έτσι όλα τα ποιήματα της γης
σε ένα. Ίσως τότε να γίνουμε και εμείς.
Άνθρωποι. Ραντεβού αύριο πάλι εδώ.
Γύρω από τη φωτιά. 

Κλαίει

Πιέζεται καθημερινά, γυαλάκι 
στην πρέσα και σπάει. 
Το αφεντικό δίνει εντολές.  
Μα δεν προλαβαίνει.
Ο χρόνος δε φτάνει. 
Σκάει. 

Εκτελεί ότι μπορεί και έπειτα κλαίει. 
Οι ώρες την τρυπούν σαν καρφιά. 
Σπίτι γυρνάει μα στον καθρέφτη
δε βλέπει 
το πρόσωπό της 
και τότε κλαίει. 

Αύριο πάλι θα το χάσει.
Απαιτήσεις σαδιστικά παράλογες,
δεν τις χωράει το μυαλό και κλαίει. 
Αντέχει γιατί χαίρεται μόνο 
και μόνο που έχει δουλειά.

Αλλά δεν χαίρεται. 
Ούτε αντέχει. 
Και κλαίει. 
Δεν ξέρει τι φταίει. 
Κλαίει. 

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2013

Αν θες να ανήκεις κάπου

Αν θες να ανήκεις κάπου 
να ανήκεις στο νερό που περνάει μέσα 
από τις φλέβες μας για να μοιράζεις ζωή.
Αν θες να ανήκεις κάπου 
να ανήκεις στο αλεύρι που φτιάχνει 
την μπουκιά από το ψωμί που τρώμε.
Αν θες να ανήκεις κάπου 
να ανήκεις σε χαμόγελα παιδικά που 
σχηματίζονται στα μάτια των τεθλιμμένων.
Αν θες να ανήκεις κάπου 

να ανήκεις στο νέκταρ που κουβαλούν
οι μέλισσες και να γλυκαίνεις τις καρδιές μας. 

Αν θες να ανήκεις κάπου 

να ανήκεις στην ανατολή που κάνει 
τις άλλες ανατολές να μοιάζουν περασμένες.
Αν θες να ανήκεις κάπου 

να ανήκεις στην φωτιά που ζεσταίνει 
το σώμα μας μες στο ψύχος του χειμώνα. 
Αν θες να ανήκεις κάπου 
να ανήκεις στην φωνούλα 
μέσα σου που ξέρει πιο πολλά.

Προς θεού στα γόνατα πέφτω 

και μόνο μια χάρη σου ζητάω.

Αν θες να ανήκεις κάπου να μην ανήκεις 

στο μίσος που καταστρέφει τις ψυχές. 
Αν θες να ανήκεις κάπου να μην ανήκεις 
σε αυτούς που νιώθουν άβολα στον πόνο.
Αν θες να ανήκεις κάπου να μην ανήκεις 

εκεί που βλέπουν την ανθρωπιά ως αρρώστια.
Αν θες να ανήκεις κάπου να μην ανήκεις σε 
πρόσωπα ξινισμένα έρμαια ανασφαλειών.

Αν θες να ανήκεις κάπου να μην ανήκεις 
στη ράτσα που πάντα έχουν μια δικαιολογία.
Αν θες να ανήκεις κάπου να μην ανήκεις 

εκεί που φοβούνται να τσαλακωθούν.
Αν θες να ανήκεις κάπου να μην ανήκεις 
σε αυτούς που ξέρουν το σωστό.

Αν θες να ανήκεις κάπου 

να ανήκεις σε σκιές που αγκαλιάζονται
στη μέση ενός σκοτεινού δρόμου και 
γίνονται ένα με τη νύχτα. 

Μόνο μια χάρη σου ζητώ. 
Στα γόνατα πέφτω και σε θερμοπαρακαλώ. 

Αν θες να ανήκεις κάπου 
να μην ανήκεις  στους δαίμονες που 
ξεριζώνουν με λύσσα ζωές επειδή φοβούνται 
την ηχώ που κάνουν οι λέξεις. 

Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Μεσημεριανό κολατσιό

   Εκεί που κάθεσαι ήσυχη και αμέριμνη να κάνεις καμιά δουλειά στο σπίτι έτσι για αλλαγή, πιάνεις τον εαυτό σου να έχει κάνει βουτιά σε έναν χείμαρρο αναμνήσεων και αναρωτιέσαι πως βρέθηκες εκεί. Χωρίς μάσκα, χωρίς αναπνευστήρα και κυρίως χωρίς την αίσθηση του τώρα. Μεταφέρεσαι. Έτσι απλά. Σαν εκείνο το τραγούδι έπος των Eloy αλλά χωρίς τα ναρκωτικά που το συνδυάζουν.

   Είσαι λοιπόν εκεί.  Ώρα κολατσιού. Μεσημεράκι. Αλλά τα σύννεφα δεν επιτρέπουν στο φως να περάσει και είναι όλα γκρίζα σαν ένα μεγάλο και ατελείωτο απόγευμα. Στη μια πλευρά, τα μπλε βουνά να στέκουν ατάραχα εκεί. Στην άλλη πλευρά, η λίμνη με τις χήνες να κάνουν το καθημερινό τους μπάνιο και να χαίρονται πολύ με αυτό. Οι υπόλοιπες λίμνες κρύβονται πίσω από τους λοφίσκους. Η υγρασία τους όμως στο πρόσωπο παραήταν φανερή για αυτό σου έχουν βάλει ένα σκουφάκι το οποίο μισείς αλλά όσο και αν προσπάθησες να βγάλεις δεν τα κατάφερες. Εξ' άλλου στο είπε και ο πατέρας να μην το βγάλεις και εσύ τον πατέρα τον ακούς και τον σέβεσαι. Ενίοτε, τον φοβάσαι και λίγο. Μια κουβέντα του αρκεί να σε βάλει δέκα μέτρα κάτω από το χώμα, γιατί αν φτάσει να στην πει, αυτό σημαίνει ότι κάπου είσαι λάθος. Δεν είναι σαν τους άλλους που όλη την ώρα σου φωνάζουν ακόμα και αν κάνεις κάτι τόσο μεμπτό όπως το να αναπνέεις.

  Κολατσιό δίπλα στα μπλε βουνά λοιπόν. Το γεύμα αποτελείται από το πομπώδες ψωμάκι, τυρί φέτα και ντομάτα. Το τυρί για να πούμε την αλήθεια, δεν σου αρέσει ιδιαίτερα γιατί είναι πολύ αλμυρό για τα γούστα σου. Θα προτιμούσες καμιά σοκολατίτσα, ένα μπισκοτάκι, ένα δρακουλίνι ή έστω μια καρμπονάρα βρε αδερφέ αλλά ο ντελιβεράς θα έπρεπε να πέσει με αλεξίπτωτο για να την φέρει εκεί που είσαι. Άσε που δεν υπάρχουν ακόμα τα κινητά. Άρα το ξεχνάς. Ξετυλίγει ο πατέρας την πετσέτα με το μεσημεριανό κολατσιό και κόβει προσεχτικά το ψωμί με τον σουγιά. Ούτε και το ψωμί σου αρέσει ιδιαίτερα αλλά δεν τολμάς να το παίξεις εδώ κακομαθημένη. Δεν σε παίρνει. Έτοιμη η φέτα ψωμί στο ένα χεράκι. Έπειτα ο πατέρας κόβει προσεκτικά και την ντομάτα σου στη μέση και σου δίνει το ένα κομμάτι. Τόσο άλλωστε χωράει στο χεράκι σου. Παραπάνω θα ήταν υπερβολή. Πέφτεις σαν ποντικάκι πάνω με τα δόντια σου και τη ροκανίζεις με μικρές αλλά αποτελεσματικές δαγκωνιές. Η σκυλίτσα που ήταν μαζί σας, στην είδηση του φαγητού αρχίζει τα κόλπα και τα γρυλίσματα. Της πετάει ο πατέρας ένα κομμάτι ψωμί. Της πετάς και εσύ ένα στα κρυφά γιατί το φαγητό είναι για να μοιράζεται.

    Οι χήνες τελείωσαν το μπάνιο στη λίμνη και βγαίνουν για ηλιοθεραπεία και ας μην έχει ήλιο στην όχθη. Μάλλον έχουν ακούσει ότι μαυρίζεις ακόμα και όταν έχει συννεφιά. Βάζουν το αντηλιακό τους και ξαπλώνουν στις πετσέτες τους. Τελείωσες και εσύ το κολατσιό σου ενθουσιασμένη γιατί δεν είχες φάει ποτέ τόσο ωραία ντομάτα και φροντίζεις να μοιραστείς αυτό σου το σχόλιο με τον πατέρα που ακούγοντας το χαμογελάει. Το χαμόγελο ήταν αρκετό ώστε να αναθαρρέψεις και την κοπανάς με μικρούς καλπασμούς προς τα δέντρα δίπλα στη λίμνη. Αγαπημένη ασχολία να πατάς τα μανιτάρια που φυτρώνουν λόγω της υγρασίας. Δεν κάνεις και τίποτα κακό. Σπάνε τόσο εύκολα και στην τελική δεν είδες και κανένα στρουμφάκι τριγύρω ποτέ. Όσο εσύ έχεις πιάσει το παιχνίδι ο πατέρας έχει πιάσει το μερακλίδικο τραγούδι και η φωνή του είναι φάρος για να μη χαθείς μέσα στο δάσος.

   Παιχνίδι στο παιχνίδι όμως χάνεσαι τελικά και ξυπνάς πάλι στο τώρα μέσα στο σπίτι να πλένεις τα πιάτα. Αυτή η σύντομη ονειροπόληση ήταν ο μόνος τρόπος να επισκεφτείς εκείνο το μέρος αφού τώρα οι ανάγκες του εργοστασίου, ξήλωσαν την λίμνη και το δάσος δίπλα της. Τα μπλε βουνά ευτυχώς παραμένουν ακόμα εκεί. Δεν υπάρχουν όμως πια μανιτάρια να πατήσεις. Υπάρχει μόνο ένα ίσιωμα γεμάτο χώμα και σκόνη. Αλλά εσύ τα έχεις όλα μέσα σου πολύ ζωντανά. Θυμάσαι κάθε λεπτομέρεια, κάθε δέντρο, κάθε πουλί, κάθε ήχο αλλά πάνω από όλα θυμάσαι την απίστευτη νοστιμιά που είχε εκείνο το κολατσιό.